
1. Εισαγωγή
Το Μοναστηράκι βρίσκεται σε απόσταση 4 χλμ. από τη Δράμα, «κώμη επί τερπνής και ευάερου τοποθεσίας κειμένη»(1). Παλαιότερα ονομαζόταν Δράνοβα και, κατά μίαν εκδοχή, ταυτίζεται με το αρχαίο πόλισμα Τρανίψι : «Αρκτικώς της Δράμας όπισθεν αυτής εις απόστασιν ¾ της ώρας και εις τας υπορείας του Δοσύρου (Boz-δάγ), εντός φάραγγος υπάρχει μικρά τις κώμη Τράνοβο και Δράνοβο καλούμενη. Αυτή είναι το αρχαίον Τρανίψι ή Τρανίψας, ονομασθέν ούτως υπό τίνος λαού της Θράκης, όστις είχεν αποικίαν ενταύθα…»(2)
Ο Βάντσης Βασίλειος στα νιάτα του, με τη σύζυγό του Ελένη. (πηγή: οικία Γεώργιου Γραμματικού)
Σήμερα το Μοναστηράκι έχει γύρω στους 750 κατοίκους, πολλοί από τους οποίους ασχολούνται, κατά οικογενειακή παράδοση, με την εξόρυξη, κατεργασία και εμπορία του αρίστης ποιότητας μαρμάρου της περιοχής.
Παρά την άμεση προαστιακή γειτνίασή του με την πόλη της Δράμας και τον σύγχρονο αστικό τρόπο ζωής, το Μοναστηράκι δείχνει αξιέπαινο σεβασμό στην τοπική πολιτισμική παράδοση, όπως κληροδοτήθηκε από τις γενιές που πέρασαν. · χοροί π.χ. και τραγούδια εξακολουθούν να λειτουργούν θεσμικά στις εκδηλώσεις της τοπικής κοινωνίας και νεαροί οργανοπαίκτες έρχονται να σταθούν δίπλα στους παλαιούς και καταξιωμένους κεμενετζήδες και νταϊρετζήδες, ως ισάξιοι διάδοχοί τους.
2. Οι Αράπηδες
Κορυφαίο πολιτιστικό γεγονός για το Μοναστηράκι από πολύ παλιά, γεγονός που αποτελεί σταθμό στο τοπικό καλαντάρι, είναι οι «Αράπηδες», ένα έθιμο με μορφή δρωμένου, που τελείται την ημέρα των Θεοφανίων. Την ονομασία του οφείλει στη μεταμφίεση των πρωταγωνιστών του, στην οποία κυριαρχεί το μαύρο χρώμα.
Πρόκειται για ένα έθιμο που οι ρίζες του μπορεί να χάνονται μέσα στα βάθη των αιώνων, αλλά που, οπωσδήποτε, έχουν αναφορά στη Διονυσιακή λατρεία, στην παράφορη έκφραση της ανθρώπινης φύσης.
Το ντύσιμο του αρχιαράπη Γιάννη Γιαννόγλου. Οι τελευταίες πινελιές από τον Ανέστη Τουλούμη. Θεοφάνια 2001. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
Η «τσέτα», η ομάδα, ο «θίασος» των μεταμφιεσμένων συγκροτείται αποκλειστικά από άνδρες, κυρίως παιδιά του χωριού. Οι αρχηγοί της, οι «τσετα-μπασήδες», επώνυμα μέλη της τοπικής κοινότητας, πρώην μεταμφιεσμένοι, καθοδηγούν και συντονίζουν τα υπόλοιπα μέλη της «τσέτας» καθώς επισκέπτονται, ξεκινώντας, πρωί-πρωί, ανήμερα των Φώτων, όλα τα σπίτια του χωριού χορεύοντας και πειράζοντας τους νοικοκυραίους.
«Αράπης» με στρόγγυλες κουδούνες. Θεοφάνια 2001. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
Πίσω τους ακολουθούν οι «Αράπηδες», κατά τους γηραιότερους, (και «Καρναβάλια», κατά τους νεότερους) που φαντάζουν πελώριοι, φορώντας τις τεράστιες μάσκες, φτιαγμένες από άσπρες ή μαύρες γιδοπροβιές και έχοντας καλυμμένο το υπόλοιπο σώμα με μαύρες κάπες.
Τα εντυπωσιακά «μπατάλια» του αρχιαράπη. Θεοφάνια 2001. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
Στη μέση τους έχουν δεμένα μεγάλα κουδούνια και «μπατάλια», που αποβραδίς, χωριανοί, έχουν ταιριάξει αρμονικά τους ήχους τους.
Ο Αρχιαράπης, Γιάννης Γιαννόγλου. Θεοφάνια 2001. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
«Αράπηδες», με διαφορετικά είδη κουδουνιών. Θεοφάνια 2017. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
Στο ένα χέρι κρατούν, απειλητικά, ξύλινο σπαθί, ενώ στο άλλο σακούλι με στάχτες. Μ’ αυτά τα «όπλα», οι «Αράπηδες», ανοίγουν το δρόμο για τα υπόλοιπα μέλη της «τσέτας» και επιβάλουν την κυριαρχία τους στην πλατεία του χωριού, όπου το απόγευμα στήνεται ο μεγάλος κυκλικός, κοινοτικός χορός.
Η «κατάληψη» της πλατείας από τους Αράπηδες. Θεοφάνια 2004. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
Αυτοί είναι οι απόγονοι των Σατύρων και Σειληνών, των τραγόμορφων οπαδών του Διονύσου, του θεού των αμπελιών και των ξέφρενων, θορυβωδών γλεντιών, που μαζεύονταν, κυκλικά, γύρω από το βωμό του θεού και επιδίδονταν σε διάφορες χορευτικές και μη κινήσεις και χειρονομίες.
Η παρουσία των λαϊκών μουσικών οργάνων (της τρίχορδης αχλαδόσχημης λύρας, του κεμενέ και του νταϊρέ) που συνοδεύουν αδιάλειπτα την «τσέτα», αλλά και η χρήση των κουδουνιών των «Αράπηδων», ήχοι μελωδικοί, ήχοι εκκωφαντικοί αντάμα, μας γυρνούν 3000 χρόνια πίσω, στην εποχή των διονυσιακών τελετών, τότε που οι οπαδοί του θεού Διονύσου έπαιζαν τους αυλούς, τις λύρες, τα τύμπανα, τότε που ο διονυσιακός θίασος «χαλούσε» τον κόσμο με τις φωνές και τους ήχους του.
Τα όργανα και η μουσική
Ανάμεσα στους «Αράπηδες» πηδούν και χορεύουν οι «γκιλίγκες» και οι «παππούδες».
Γκιλίγκα, η μοναδική «γυναικεία» παρουσία στο έθιμο. Στη φωτογραφία νεαρά αγόρια ετοιμάζονται για την πρώτη τους συμμετοχή στην τσέτα. Θεοφάνια 2001. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
Οι «γκιλίγκες» αποτελούν τη μοναδική «γυναικεία» παρουσία στην «τσέτα», έστω κι αν εκπροσωπείται από μεταμφιεσμένους άντρες, από νεαρά όμορφα αγόρια που φορούσαν τις παραδοσιακές, τοπικές φορεσιές.
Η συμμετοχή της «γκιλίγκας» στο έθιμο έχει καθιερωθεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια, σε αντίθεση με τους παππούδες που φορώντας τη γιορτινή τοπική αντρική, αγροτική φορεσιά, εντάχθηκαν σχετικά πρόσφατα και συγκεκριμένα όταν οι Μοναστηρακιώτες «εξευρωπαΐστηκαν» και έπαψαν να φορούν αυτές τα φορεσιές.
Αυτό που εντυπωσιάζει ιδιαίτερα στη φορεσιά της «γκιλίγκας» είναι η πολύχρωμη, με μεγάλα πορτοκαλί και κόκκινα καρό, υφαντή, μάλλινη ποδιά, καθώς και η τσόχινη ζώνη κεντημένη με θαυμαστό τρόπο, με μικρές πολύχρωμες χάντρες, που σχηματίζουν μικρά-μικρά λουλουδάκια.
Η «γκιλίγκα» με την εντυπωσιακή λουλουδάτη μαντήλα. Στη φωτογραφία ο Βασίλης Γραμματικός με την υπέροχη γιαγιά του. Θεοφάνια 2001. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
Στο μεγάλο χορό της πλατείας, οι γκιλίγκες παίζουν το ρόλο του τοποτηρητή, μπορούμε να πούμε, μιας και φροντίζουν να υπάρχει ένας και μοναδικός κύκλος, ένα «κάτι» να προηγούνται οι ηλικιωμένοι άντρες, να ακολουθούν οι νεότεροι και τέλος οι γυναίκες και τα παιδιά. Έτσι βλέπετε, επιτάσσει η παράδοση που ακόμη και σήμερα τηρείται με θρησκευτική ευλάβεια.
Κάποια μέλη της τσέτας σε αναμνηστική φωτογραφία. Μοναστηράκι Δράμας, Θεοφάνια (πηγή: www.kepaam.gr)
Όμως, εκείνοι που ξεχωρίζουν ανάμεσα στα μέλη της «τσέτας» είναι οι «τσολιάδες», οι «Εύζωνοι».
Οι «τσολιάδες» είναι εκείνο το στοιχείο που επισφραγίζει την Ελληνική φυσιογνωμία, την ελληνική ταυτότητα του εθίμου, είναι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην Αρχαία Ελληνική παράδοση και τη νεότερη.
Οι τσολιάδες ήταν εκείνοι που τα δύσκολα χρόνια της βίας, της καταπίεσης, της υποδούλωσης στους ξένους κατακτητές, υπενθύμιζαν όχι μόνο στους Έλληνες, αλλά, κυρίως στους Τούρκους και τους Βούλγαρους, ότι το Ελληνικό έθνος ζει, ότι η ψυχή των Ελλήνων παραμένει αδούλωτη. Ήταν εκείνοι που με την παρουσία τους αναζωπύρωναν, ενδυνάμωναν την εθνική συνείδηση και εμψύχωναν τους σκλαβωμένους Έλληνες.
Αυτό που χαρακτηρίζει τους «τσολιάδες» του Μοναστηρακίου, αυτό που τους διαφοροποιεί από τους ομοίους τους ανά την Ελλάδα, είναι η μαύρη μαντίλα και οι τσέβρες.
Ευχές από την κυρά Χρυσάνθη Μητρούση στο Βασιλάκη μας. Θεοφάνια 2004. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
Η μαύρη μαντίλα ( που συμβολίζει το πένθος για το σκλαβωμένο έθνος μας ) δένεται με ένα τέτοιο περίτεχνο τρόπο, ώστε τα κρόσσια που έχει γύρω-γύρω, να πέφτουν στο πρόσωπο και να το κρύβουν.
Στροβιλισμοί των τσολιάδων στολίζουν τον κύκλο. Μοναστηράκι Δράμας, Θεοφάνια (πηγή: www.kepaam.gr )
Οι τσέβρες είναι άσπρα μαντήλια που στις άκρες των πλευρών τους έχουν κεντηθεί πολύχρωμες πούλιες και χάντρες. Οι τσολιάδες ρίχνουν τις τριγωνικές τους πλευρές στην πλάτη και τοποθετώντας την μία πάνω στην άλλη δημιουργούν απανωτές σειρές με πολύχρωμα κεντίδια.
Τι κι αν περνάνε τα χρόνια. Η κοινότητα φρόντισε καλά να ριζώσει το έθιμο, στις ψυχές των παιδιών της. Σήμερα είναι πιο δυνατό από ποτέ. Θεοφάνια 2017. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
3. Ημέρα εορτασμού του εθίμου
Είναι χρήσιμο σε αυτό το σημείο να επισημανθεί και κάτι άλλο, η επιλογή της ημέρας για τον εορτασμό αυτού του εθίμου που όπως είπαμε είναι η ημέρα των Φώτων. Την ίδια μέρα των Θεοφανείων, παράλληλα με το δρώμενο, τελούνται και τα θρησκευτικά νόμιμα, σύμφωνα με το εκκλησιαστικό τελετουργικό και το τοπικό εθιμικό τυπικό.
Ο ιερέας γυρίζει όπως γίνεται και στα άλλα μέρη, από την παραμονή της μεγάλης εορτής και ραντίζει τα σπίτια με αγιασμό, διώχνοντας μακριά, σύμφωνα με τις πανελλήνιες δοξασίες, κάθε κακό, ιδιαίτερα τους καλικαντζάρους, τα πλάσματα αυτά της νεοελληνικής μυθοπλασίας, τα οποία, παρά την απομυθοποίησή τους στα χρόνια μας, δεν παύουν να κυριαρχούν τις μέρες του Δωδεκαημέρου σε λαϊκές διηγήσεις και δοξασίες.
(αριστερά) Χορός για να «διώξουν το κακό» σε αυλή σπιτιού, κατά τη διαδικασία των πρωϊνών αγερμών. Στη φωτογραφία ένας από τους πιο παλιούς εύζωνες ο Θανάσης Γλάβας. Θεοφάνια 2017. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου) , (δεξιά) Κεράσματα και πειράγματα στις αυλές των σπιτιών, στους πρωινούς αγερμούς, «και για τα όργανα ρε παιδιά, και για τα όργανα!». Θεοφάνια 2002. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
Εικονική αρωτρίαση από τον εύζωνα Θανάση Γλάβα και σπορά από τον «τσεταμπάση», Βάντση Βασίλειο. Θεοφάνια 2001. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
Η επιλογή της συγκεκριμένης ημερομηνίας δεν είναι, βέβαια, τυχαία Κάθε άλλο επιλέχθηκε, προκειμένου να δηλώσει τους αναλλοίωτους δεσμούς που συνδέουν τον Ελληνισμό με την Ορθοδοξία. Μια κορυφαία ελληνική παραδοσιακή εκδήλωση συνυπάρχει και ενώνεται αρμονικά με μια κορυφαία εκδήλωση της Ορθοδοξίας, τον αγιασμό των υδάτων.
Έτσι και οι σκλαβωμένοι Έλληνες ταυτίζοντας τους κατακτητές με τα κακά πνεύματα, τους καλικάντζαρους, τους ξόρκιζαν, τους έδιωχναν έστω και συμβολικά εκείνη τη μέρα, σκορπώντας στάχτες και ένιωθαν έτσι ακόμη μεγαλύτερη χαρά, ακόμη περισσότερο ελεύθεροι.
Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης
Μορφωτικός & Πολιτιστικός Σύλλογος Μοναστηρακίου Δράμας
4. Xοροί και Τραγούδια
Ευζωνικός (9/8)
Χορός τύπου «Συρτού στα δύο» σε εννιάσημο ρυθμό, με έντονη και ζωηρή κίνηση. Χορεύεται σε ανοιχτό κύκλο, με τους άντρες να πιάνονται από τις παλάμες έχοντας λυγισμένα τα χέρια στους αγκώνες και τις γυναίκες να πιάνονται από τις παλάμες έχοντας τεντωμένα τα χέρια κάτω. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο δρώμενο των «Αράπηδων» (6 Ιανουαρίου) είναι ο μόνος χορός στον οποίο δεν συμμετέχουν γυναίκες, διότι χορεύεται κατά την είσοδο της «τσέτας» (ο θίασος μεταμφιεσμένων) στην πλατεία του χωριού και τις γυναίκες έχουν αντικαταστήσει οι γκιλίγκες (άντρες μεταμφιεσμένοι με τη γυναικεία φορεσιά). Την ονομασία του την οφείλει σε έναν άλλο από του πρωταγωνιστές του θιάσου, τον τσολιά (τον εύζωνα) κι αυτό γιατί, ουσιαστικά, είναι ο πρώτος που κάνει την εμφάνιση του στην πλατεία μετά από τους Αράπηδες. Το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει έξι κινήσεις, που πραγματοποιούνται σε δύο μ.μ. τρεις κινήσεις σε κάθε μ.μ.. Γνωστά τραγούδια που συνοδεύουν το χορό είναι η «Μίνα» και το «Μέρα νύχτα ξενυχτάω». Τα όργανα που συνοδεύουν το χορό είναι η αχλαδόσχημη Μακεδονική λύρα και ο νταχαρές (ντέφι με μεγάλη διάμετρο).
(1) Είσοδος της «τσέτας» στην πλατεία, χορεύοντας ευζωνικό. Θεοφάνια 2004. (2) Οι στροβιλισμοί των τσολιάδων με τις εντυπωσιακές τσέβρες κατά την είσοδο της τσέτας στην πλατεία, χορεύοντας ευζωνικό, τον χορό που πήρε την ονομασία του από την παρουσία τους στο δρώμενο. Θεοφάνια 2004. (3) Η τσέτα στην πλατεία, ανοίγει τη γιορτή με χορό Ευζωνικό. Θεοφάνια 2001. (4) Η τσέτα στην πλατεία, ανοίγει τη γιορτή με χορό Ευζωνικό. Θεοφάνια 2001. (φωτ. αρχείο: Γιώργου Βελισσαρόπουλου)
(9/8) Ευζωνικός «η Μίνα»
Πήγε η Μίνα για νερό, με δυο στάμνες παρδαλές,
με δυο στάμνες παρδαλές, με δυο λουλούδια κόκκινα.
Νέος που την αγαπά, σέλωσε το άλογο,
σέλωσε το άλογο και την ακ(ου)λούθησε.
Κλώτσησε το άλογο και τις στάμνες έσπασε
και τις στάμνες έσπασε, Μίνα άρχισε να κλαίει.
Πώς θα πάω σπίτι μου, τι θα πω στη μάνα μου,
τι θα πω στη μάνα μου, μάνα μ’ είναι μητριά.
Συρτός (7/8)
Ο Συρτός είναι σ’ όλη την Μακεδονία από τους βασικούς χορούς σε επτάσημο ρυθμό. Στο Μοναστηράκι χορεύεται σε ανοιχτό κύκλο, από άνδρες και γυναίκες οι οποίοι τοποθετούνται στον κύκλο κατά ηλικίες, μπροστά οι άνδρες και στη συνέχεια οι γυναίκες. Οι χορευτές πιάνονται από τις παλάμες με τα χέρια λυγισμένα στους αγκώνες. Είναι από τους χορούς που χορεύονται σ’ όλες τις περιστάσεις καθώς και στο δρώμενο των «Αράπηδων». Το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει δώδεκα κινήσεις που εκτελούνται σε τέσσερα μ.μ. τρεις κινήσεις σε κάθε μ.μ.. Γνωστά τραγούδια που συνοδεύουν το χορό είναι ο «Κωνσταντίνος», ο «Γιώργης» (που τραγουδούσε υπέροχα η κυρία Χρυσάνθη Μητρούση) καθώς και πολλά εθνικά τραγούδια, όπως τα «Κλεφτόπουλα» κ.ά..
(7/8) Συρτός «ο Γιώργης»
Τον Γιω-, καλέ το Γιώργο τον (ε)πιάσανε,
και στη φυλακή τον πάνε, Ελενιώ μ’ δε σε ρωτάνε.
Η Ελενιώ, η Ελενιώ καθό(ν)τανε,
‘κει στην άκρη στο ποτάμι, Ελενιώ μ’ δε σε ρωτάνε.
Με το ποτά-, με το ποτάμι μάλωνε,
ποταμάκι κάνε ξέρα, θέλω να περάσω πέρα.
Να πάω, καλέ να πάω να διω το Γιώργο μου,
τον πολύ αγαπητό μου, πουν’ τα μάτια και το φως μου.
Όσα, καλέ ν’ όσα φλουριά μου δώκανε,
όλα, όλα θα τα δώσω, το Γιώργο μου να γλιτώσω.
Κι αν δε, καλέ κι αν δε μου φτάσουνε κι αυτά,
θα πουλήσω τα προικιά μου, κι ας μαλώνει η πεθερά μου.
(7/8) Συρτός «ο Κω(ν)σταντίνος»
Μια μάνα είχ' ένα παιδί τον λέγαν Κω(ν)σταντίνο, Λενιώ
τον λέγαν Κω(ν)σταντίνο
τον έλουζε τον χτένιζε και στο σχολειό τον στέλνει, Λενιώ
και στο σχολειό τον στέλνει
ξεχνάει τη μελάνη του, γυρίζει να τη πάρει, Λενιώ
γυρίζει να τη πάρει
βρίσκει τις πόρτες ανοιχτές και τα σκυλιά λυμένα, Λενιώ
και τα σκυλιά λυμένα
βρίσκει και τη μανούλα του με Τούρκο αγκαλιασμένη, Λενιώ
με Τούρκο αγκαλιασμένη.
Τι είδαν τα ματάκια μου και θα το μαρτυρήσω Λενιώ
και θα το μαρτυρήσω.
Πιαστόν βρε Τούρκε μ' σφάξτονε και κάντονε κομμάτια, Λενιώ
και κάντονε κομμάτια
και δωσ΄ μου το τζιέρι του ρυζόσουπα να κάνω, Λενιώ
ρυζόσουπα να κάνω
να κι ο μπαμπάς του που 'ρχεται παν στ’ άλογο καβάλα, Λενιώ
παν στ' άλογο καβάλα
Πού είναι γυναίκα το παιδί πού 'ναι ο Κωσταντίνος, Λενιώ
πού είναι ο Κωσταντίνος.
Κάτσε βρε άντρα μου να φας κατσέ και θα τον βρούμε, Λενιώ
κάτσε και θα τον βρούμε.
Και με την πρώτη πιρουνιά μια φωνή του λέει, Λενιώ
Μια φωνή του λέει.
Αν είσαι Τούρκος φάε με μ' αν είσαι ο μπαμπάς μου, Λενιώ
μ' αν είσαι ο μπαμπάς μου.
Π ιασέ την μάνα σφάξτηνε και κάντηνε κομμάτια, Λενιώ
και κάντηνε κομμάτια
Μπαϊντούσκα & Αντικριστή Μπαϊντούσκα (3/4)
Ένας από τους πολλούς τύπους Μπαϊντούσκας που συναντάμε στη Θράκη και στη Μακεδονία. Στο Μοναστηράκι, η Μπαϊντούσκα χορεύεται σε ανοιχτό κύκλο, σε τρίσημο ρυθμό, από άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι τοποθετούνται στον κύκλο, κατά ηλικίες, μπροστά οι άνδρες και στη συνέχεια οι γυναίκες. Οι χορευτές πιάνονται από τις παλάμες με τεντωμένα τα χέρια κάτω και κινούνται με στήθος στις μπροστά και δεξιά στη φορά του κύκλου κινήσεις, ενώ με τη πλάτη και το στήθος στις πίσω και αριστερά στην ανάποδη φορά του κύκλου κινήσεις. Ο χορός χορεύεται σ’ όλες τις περιστάσεις, καθώς και στο δρώμενο των «Αράπηδων».
Το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει δεκαέξι κινήσεις που πραγματοποιούνται σε οχτώ μ.μ., δυο κινήσεις σε κάθε μ.μ.. Μια από τις πιο όμορφες μελωδίες που συνοδεύουν το χορό, είναι και η οργανική μελωδία της Μπαϊντούσκας του Δρανόβου. Σε κλειστούς χώρους, η Μπαϊντούσκα χορεύεται και αντικριστά, είτε σε ζευγάρια αμολυτά, είτε σε ζευγάρια τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο σε δυο παράλληλες γραμμές. Το χορευτικό μοτίβο της Αντικρυστής Μπαιντούσκας περιλαμβάνει οχτώ κινήσεις που πραγματοποιούνται σε τέσσερα μ.μ., δυο κινήσεις σε κάθε μ.μ.. Χορεύεται από ζευγάρια ανδρών ή γυναικών ή μεικτά (άνδρας με γυναίκα).
Τέσκα & Βαρύ Καρσί (2/4)
Με το όνομα αυτό καλείται ο αντιπροσωπευτικότερος, ίσως, κυκλικός χορός του Μοναστηρακίου. Η Τέσκα χορεύεται σε ανοιχτό κύκλο, σε δίσημο ρυθμό, από άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι τοποθετούνται στον κύκλο, κατά ηλικίες, μπροστά οι άνδρες και στη συνέχεια οι γυναίκες. Οι χορευτές πιάνονται από τις παλάμες με τεντωμένα τα χέρια κάτω. Πέρα από τις οργανικές μελωδίες που συνοδεύουν το χορό, υπάρχει και το πολύ αγαπητό τραγούδι «Κόρη πούλαγε κρασί». Όταν χορεύεται στο κύκλο, ονομάζεται Τέσκα, ενώ όταν χορεύεται αντικριστά, «Βαρύ Καρσί».
Μοναστηράκι Δράμας: Χορός «καρσί βαρύ» σε καφενείο. Ιανουάριος 1989. (πηγή: «Ο αυτοσχεδιασμός στον Ελληνικό Δημοτικό χορό», Λευτέρης Δρανδάκης)
Η Τέσκα αποτελείται από δύο μέρη, συνήθως (η επιλογή ανήκει στο πρωτοχορευτή, αν δηλαδή θέλει να ξεκινήσει το χορό του ήρεμα, με στρωτές κινήσεις, τύπου «Στα τρία», ή αν θα μπει κατευθείαν στο ζωηρό μέρος). Στο πρώτο μέρος, το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει έξι κινήσεις, τύπου «Στα τρία», ήρεμες και στρωτές, οι οποίες ολοκληρώνονται σε τρία μ.μ., από δύο κινήσεις σε κάθε μ.μ.. Το δεύτερο μέρος έχει πιο έντονη, πηδηχτή και ζωηρή κίνηση. Το χορευτικό μοτίβο στο δεύτερο μέρος περιλαμβάνει δέκα κινήσεις που πραγματοποιούνται σε τρία μ.μ. τέσσερις κινήσεις στο πρώτο μ.μ. και από τρείς στο δεύτερο και τρίτο μ.μ..
(2/4) Τέσκα & Βαρύ Καρσί «Κόρη πούλαγε κρασί»
Κόρη πούλαγε κρασί, με το φεγγάρι αποβραδίς.
Με το φεγγάρι αποβραδίς, το πρωί με ξημέρωμα.
Πέρασε νέος, πέρασε και κρασί ζήτησε να πιει.
Παλικάρι μελαχρινό, το κρασί είναι ακριβό.
Κόρη δώσ’ μου κρασί να πιώ, εγώ εσένα αγαπώ.
Σε κλειστούς χώρους, η Τέσκα χορεύεται και αντικριστά, είτε σε ζευγάρια αμολυτά, είτε σε ζευγάρια τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο σε δυο παράλληλες γραμμές, οι οποίες κινούνται με τρόπο τέτοιο, ώστε, όταν πλησιάζει η μια, η άλλη να απομακρύνεται και το αντίστροφο. Οι κάτοικοι τον ονομάζουν «Βαρύ Καρσί» και το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει έξι κινήσεις που πραγματοποιούνται σε δυο μ.μ., τρεις κινήσεις σε κάθε μ.μ..
Χορεύεται από ζευγάρια ανδρών ή γυναικών ή μεικτά (άνδρας με γυναίκα). Παραλλαγές εκτελούν τα ζευγάρια ανεξάρτητα και είναι συνήθως στροφές, πιάσιμο των δεξιών τους χεριών από τους ώμους, παλαμάκια, αλλαγές θέσεων. Είναι αγαπητός χορός, επομένως χορεύεται όλες τις περιστάσεις καθώς και στο δρώμενο των «Αράπηδων».
Ράμνα & Ελαφρύ Καρσί (2/4)
Χορός που συναντάμε σ’ όλη τη Θράκη και τη Μακεδονία. Οι διάφορες μορφές που συναντάμε, και στις δύο περιοχές, δεν παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους· είναι όλες σε δίσημο ρυθμό, άλλοτε με τραγούδι και άλλοτε με οργανική μουσική. Στο Μοναστηράκι, χορεύεται σε ανοιχτό κύκλο από άντρες και γυναίκες, οι οποίοι τοποθετούνται στον κύκλο, κατά ηλικίες, μπροστά οι άνδρες και στη συνέχεια οι γυναίκες.
Οι άνδρες κρατιούνται από τους ώμους, ενώ τα χέρια των γυναικών αιωρούνται, τεντωμένα προς τα κάτω, με κινήσεις πίσω - μπρος. Χορεύεται σ’ όλες τις περιστάσεις, καθώς και στο δρώμενο των «Αράπηδων». Όταν χορεύεται στον κύκλο, ο χορός για τους άνδρες είναι διμερής και διαφέρει από των γυναικών. Στο πρώτο μέρος το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει έξι κινήσεις που πραγματοποιούνται σε τρία μ.μ., δύο κινήσεις σε κάθε μ.μ.. Στο δεύτερο μέρος, οι άνδρες χορεύουν πιο έντονα και ζωηρά με αποτέλεσμα το χορευτικό μοτίβο να περιλαμβάνει εννέα κινήσεις που πραγματοποιούνται επίσης, σε τρία μ.μ., τέσσερις κινήσεις στο πρώτο, δύο στο δεύτερο και τρεις στο τρίτο μ.μ..
Για τις γυναίκες ο χορός Ράμνα είναι μονομερής. Περιλαμβάνει οχτώ κινήσεις που πραγματοποιούνται επίσης σε τρία μ.μ., δυο κινήσεις στο πρώτο μ.μ. και από τρεις κινήσεις στο δεύτερο κα τρίτο μ.μ.. Την ονομασία του ο χορός την οφείλει στο τρόπο που πιάνονται οι άνδρες, δηλαδή «από τους ώμους». Όμορφα τραγούδια, πέρα από τις οργανικές μελωδίες, που συνοδεύουν το χορό είναι το «Σ’ αυτό το σπίτι το ψηλό», το «Μαρία, Μαρία» κ.ά.
(2/4) Ράμνα & Ελαφρύ Καρσί «Σ’ αυτό το σπίτι το ψηλό»
Σ' αυτό το σπίτι το ψηλό, σ' αυτό το σπίτι το ψηλό, το κίτρινο βαμμένο Ράντου κάλε, το κίτρινο βαμμένο. Κάθεται μια μελαχρινή, κάθεται μια μελαχρινή και πλέκει μαντηλάκια Ράντου κάλε και πλέκει μαντηλάκια. Να κι από πέρα έρχεται, να κι από πέρα έρχεται, ο αγαπητικός της Ράντου κάλε, ο αγαπητικός της. Τσαλιά και αγκάθια πάτησα, τσαλιά και αγκάθια πάτησα, ώσπου να σ αγαπήσω Ράντου κάλε, ώσπου να σ αγαπήσω. Αν θέλεις ν’ αγαπιόμαστε, αν θέλεις ν’ αγαπιόμαστε, κρυφά απ’ τους γειτόνους Ράντου κάλε, κρυφά απ’ τους γειτόνους. Σπείρε ελιά στην πόρτα σου, σπείρε ελιά στην πόρτα σου, να κρύβομαι στους κλώνους Ράντου κάλε, να κρύβομαι στους κλώνους.
Ελαφρύ Καρσί (2/4)
Σε κλειστούς χώρους, η Ράμνα χορεύεται και αντικριστά είτε σε ζευγάρια αμολυτά, είτε σε ζευγάρια τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο σε δυο παράλληλες γραμμές, οι οποίες κινούνται με τρόπο τέτοιο, ώστε, όταν πλησιάζει η μια, η άλλη να απομακρύνεται και το αντίστροφο.
Οι κάτοικοι τον ονομάζουν Ελαφρύ Καρσί (=Αντίκρυ) και το χορευτικό μοτίβο περιλαμβάνει έξι κινήσεις που πραγματοποιούνται σε δυο μ.μ., τρεις κινήσεις σε κάθε μ.μ.. Χορεύεται από ζευγάρια ανδρών ή γυναικών ή μεικτά (άνδρας με γυναίκα). Παραλλαγές εκτελούν τα ζευγάρια ανεξάρτητα και είναι συνήθως στροφές, πιάσιμο των δεξιών τους χεριών από τους ώμους, παλαμάκια.
(1) Μεγάλος χορός στη πλατεία. Μοναστηράκι Δράμας, Θεοφάνια (2) Κατά ηλικίες, μπροστά οι άνδρες και στη συνέχεια οι γυναίκες. Μοναστηράκι Δράμας, Θεοφάνια (πηγή: www.kepaam.gr) (3) Ο Αράπης ανοίγει το δρόμο, ο Εύζωνας στολίζει, οι μουσικοί ακολουθούν, ο πρώτος ζωντανεύει το χορό κουνώντας τη κόκκινη μαντήλα. Μοναστηράκι Δράμας, Θεοφάνια (πηγή: www.kepaam.gr) (4) Γυναίκα σέρνει το χορό. Μοναστηράκι Δράμας, Θεοφάνια (πηγή: www.kepaam.gr)
Experience