Το ημερολόγιο
...μια νυχτερινή διαδραστική περιήγηση στη Μυτιλήνη.
Ομαδικό πρότζεκτ στο πλαίσιο του μαθήματος «Ψηφιακά Μέσα και Αισθήσεις»
«Κάπου στο βάθος της σοφίτας υπάρχει μία τρύπα στο ταβάνι και το νερό που στάζει πέφτει πάνω σε μια κούτα. Την ανοίγω και βρίσκω ένα παλιό ημερολόγιο. Πολύ παράξενο. Αρχίζω να το ξεφυλλίζω. Η βροχή έχει φθείρει κάποιες σελίδες και με δυσκολεύει στην ανάγνωση....»
Παράκαμψη στα Καραβάκια
Παλαιά Αγορά
Η παραλία
Το βιβλιοπωλείο
Το αργό βάδισμά μου το διακόπτει ένας άνθρωπος που φτιάχνει το ποδήλατό του. Μου κάνει αρκετή εντύπωση αφού είναι βράδυ και το φως ανεπαρκές για να κάνει τη δουλειά του. Στέκομαι ακριβώς απέναντι από ένα παλιό ακατάστατο βιβλιοπωλείο για να τον παρατηρήσω. Περνάω στο απέναντι πεζούλι για να εξετάσω καλύτερα το βιβλιοπωλείο. Το μόνο που ηχεί στα αυτιά μου είναι ο ήχος της επισκευής του ποδηλάτου. Γυρνάει το βλέμμα του ο άνθρωπος και με κοιτάει. Υπάρχει μια έντονη αμηχανία στην ατμόσφαιρα.
Με πλησιάζει...
Σηκώνεται και με πλησιάζει λέγοντάς μου ότι άμα θέλω να μπω στο βιβλιοπωλείο να περιμένω τον φίλο του. Με τρόμαξε πολύ η κίνησή του, γιατί καθώς μιλούσε, ξέχασε να αφήσει από τα χέρια του το μαχαίρι που κρατούσε για να φτιάξει το ποδήλατό του. Πάγωσα. Για καλή μου τύχη με επανάφερε στην πραγματικότητα ο έντονος ήχος ενός αυτοκινήτου που περνούσε βιαστικά. Ευχαρίστησα τον άνθρωπο και έφυγα με ανακούφιση χωρίς δεύτερη σκέψη. Φεύγοντας από το βιβλιοπωλείο άνοιξα ξανά το ημερολόγιο για να μην χάσω την διαδρομή.
Γενί Τζαμί
Έχει αφεθεί παντελώς στο έλεος των καιρικών συνθηκών και στην φθορά της καθημερινότητας … Το κτίριο πρέπει να υπήρξε όμορφο στις μέρες του. Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει η παραμικρή προσπάθεια αναπαλαίωσής του. Γιατί άραγε;
Για μια στιγμή κοντοστέκομαι, αντικρίζω το τζαμί και τα συνθήματα στους τοίχους γίνονται φωνές του παρελθόντος που χαράχτηκαν στους τοίχους του για να μας θυμίζει ότι εδώ υπήρξαν άνθρωποι που φώναζαν, έκλαιγαν, προσευχήθηκαν, και έτρεξαν να κρυφτούν για τη ζωή τους μέσα στη πείνα και την εκμετάλλευση. Το κοιτάω κι οι πεσμένοι σοβάδες μοιάζουν με πληγές του καιρού και της ιστορίας στα μάτια μου. Σύμφωνα με την μικρή επιγραφή στην είσοδο διαβάζω “Χτίστηκε το 1241, 16 Αυγούστου 1824 – 4 Αυγούστου 1826 από τον διοικητή Mustafa Ağa Kulaksız.”
Γιατί όμως τόση καταστροφή, σκέφτομαι... Βλέπω έναν παππούλη απέναντι να με κοιτάει τόση ώρα με το ημερολόγιο στα χέρια. Τελικά αποφασίζω να τον ρωτήσω αν γνωρίζει για το τζαμί. Ο παππούλης μου εξιστορεί:
“Από το 1937 και μετά, μεγάλο τμήμα του μιναρέ που ήταν 30 μέτρα κατέρρευσε. Όμως το ολοκληρωτικό χτύπημα ήλθε όταν υπέστη μερική αποκόλληση ένα μικρό τμήμα του μολυβένιου τρούλου. Αυτό έγινε αφορμή ώστε κάποιοι δημοτικοί σύμβουλοι να προτείνουν την κατεδάφισή του. Θυμάμαι το 1951 πάρθηκε μια δημοτική απόφαση και ξήλωσαν και τα μολυβένια φύλλα τα οποία ξεπερνούσαν σε βάρος σίγουρα τις 1700 οκάδες. Οι εσωτερικές διακοσμήσεις λεηλατήθηκαν από τους διάφορους συλλέκτες.”
Ευχαριστώ τον παππούλη, γυρνώ σελίδα και το ημερολόγιο συνεχίζει:
Ελληνιστική Στοά
Κάνοντας λίγα βήματα ακόμα, εμφανίστηκε μπροστά μου η Εμπορική Στοά Ελληνιστικών Χρόνων στην Επάνω Σκάλα.
Ασυναίσθητα ένιωσα ένα κύμα οργής να με κατακλύει. Δεν πίστευα στα μάτια μου! Αντίκρυσα μια θλιβερή και τραγική εικόνα, τα αρχαία ευρήματα και κομμάτια του πολιτισμού μας πλημμυρισμένα από το νερό της βροχής. Μα πώς είναι δυνατόν να άφησαν τα ευρήματα αυτά έρμαια της κακοκαιρίας, να διαβρώνονται μέρα με την μέρα όλο και περισσότερο!
Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θύμιζαν σε τίποτα την παλιά τους αίγλη όπως είχα διαβάσει στο ημερολόγιο της Μικρασιάτισσας.